1) Προωθεί ένα καθαρά καπιταλιστικό µοντέλο ανάπτυξης, το οποίο ταυτίζει την κατασκευή µεγάλων έργων υποδοµής µε την ικανοποίηση επιχειρηµατικών και όχι κοινωνικών αναγκών. Πιο συγκεκριµένα, η κατασκευή της προέκτασης της Περιφερειακής Λεωφόρου Υµηττού έρχεται να συνδέσει τα δυο πιο “αξιοποιήσιµα” σήµερα εµπορικά κέντρα της Αττικής. Την περιοχή του νέου (Σπάτα) µε την περιοχή του παλιού (Ελληνικό) αεροδροµίου. Καλείται να ελαχιστοποιήσει τους χρόνους µεταφοράς των εµπορευµάτων και τις µετακινήσεις των ΙΧ αυτοκινήτων για τα επιχειρηµατικά και τουριστικά θέρετρα της Αθήνας (βλέπε τα σχέδια για µελλοντική εµπορευµατοποίηση και µετατροπή του πρώην αεροδροµίου στο Ελληνικό σε “πολυθεµατικό κέντρο”, τύπου The Mall).
2) Εκφράζει µια ασύλληπτης έκτασης οικολογική καταστροφή και περιβαλλοντική υποβάθµιση του τελευταίου πνέυµονα της Ν.Α. Αθήνας, η οποία συνοδεύεται από: αύξηση της ατµοσφαιρικής ρύπανσης (λόγω κυκλοφοριακών φόρτων και υψηλών ταχυτήτων), αύξηση της θερµοκρασίας στις γειτονικές περιοχές (λόγω της εκτεταµένης τσιµεντοποίησης και έκλυσης της ενέργειας καύσης των κινητήρων), µόλυνση του εδάφους, των ρεµάτων (υγρά απόβλητα οχηµάτων) και του αέρα (εκποµπή οξειδίου του αζώτου).
3) Επιφέρει τεράστια αλλοίωση στον πολεοδοµικό ιστό της πόλης. Η αύξηση της κυκλοφορίας, γύρω από τους ανισόπεδους κόµβους εισόδου και εξόδου του δικτύου, δεν πρόκειται να λύσει αλλά να οξύνει τα κυκλοφοριακά προβλήµατα στο εσωτερικό των δήµων. Έτσι κι αλλιώς έχει αποδειχθεί πως η κατασκευή τέτοιου είδους αξόνων υπερτοπικής κυκλοφορίας στις µεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έχει ηµεροµηνία λήξης (περίπου 5-7 χρόνια), εφ’οσον οδηγεί παράλληλα στην αύξηση του αριθµού των ΙΧ αυτοκινήτων ( οι αυτοκινητοβιοµηχανίες και οι εταιρίες πετρελαίου τρίβουν τα χέρια τους!).
4) Αποκόβει την πρόσβαση των κατοίκων στο βουνό. Είναι γνωστό πως η κατασκευή δρόµων ταχείας κυκλοφορίας συνοδεύεται από νέες οικιστικές επεκτάσεις και αλλαγές στις χρήσεις γης. διαφηµιστικές πινακίδες και γενικά ένα συνοθήλευµα από µπετό θα εµφανιστεί γύρω από τις «προνοµιακές» θέσεις του οδικού δικτύου. Ο ορεινός όγκος του Υµηττού, από έναν χώρο κοινωνικής συνεύρεσης και αναψυχής (ορειβασία, ποδηλατοπορίες, πανηγύρια, περίπατος), θα µετατραπεί σε χώρο εµπορικής αξιοποίησης και επιχειρηµατικής επέκτασης. Τα φυσικά µονοπάτια, οι πηγές και τα φαράγγια του βουνού θα θυσιαστούν στο βωµό της τσιµεντοποίησης.
5) Επιβάλλει µια τεχνοκρατική αντίληψη οικονοµικής διαχείρισης των κοινωνικών υποδοµών. Η διάνοιξη ενός δρόµου θα έπρεπε να αποτελεί ένα δηµόσιο, κοινωνικό αγαθό και ΟΧΙ µια κερδοφόρα επένδυση, όπως εκφράζει το προωθούµενο µοντέλο διαχείρισης µε βάση τις Συµπράξεις ∆ηµόσιου και Ιδιωτικού Τοµέα. Η προώθηση της συνεργασίας του ∆ηµοσίου µε ιδιωτικές επιχειρήσεις αποτελεί το κύριο µέληµα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλέπε “Συνθήκη Μάαστριχτ”, “Λευκή Βίβλος για την Ανάπτυξη, Απασχόληση, Ανταγωνιστικότητα”) όχι µόνο στα έργα υποδοµής, αλλά σε όλους τους κοινωνικούς τοµείς (εκπαίδευση, εργασία, υγεία κλπ). Κύριος στόχος αυτού του είδους της εταιρικής σχέσης είναι η προσέλκυση ιδιωτικών πόρων που θα συµβάλουν στην επίτευξη αποδοτικότερης παροχής δηµόσιων υπηρεσιών. Ωστόσο, η απαίτηση εξασφάλισης κερδών για τον ιδιωτικό τοµέα οδηγεί αναπόφευκτα σε αυξήσεις των τιµών που καλούνται να πληρώσουν οι ίδιοι οι πολίτες (εισαγωγή διοδίων, αύξηση φορολόγησης, περιορισµός των θέσεων εργασίας, µερική απασχόληση).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου